Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Νέος Πρωτοσύγκελλος Πατρών, ο πανοσιολ. Αρχιμανδρίτης π. Αρτέμιος Αργυρόπουλος

Ἀποχωρήσαντος ἐκ τῆς Ὑπηρεσίας του, ὡς Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, τοῦ σεμνοῦ καί ἐναρέτου Ἀρχιμ. π. Συμεών Χατζῆ, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γηροκομητίσσης Πατρῶν, ἵνα ἀφοσιωθῇ ἀπερίσπαστος εἰς τά ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ καθήκοντά του, ἀνετέθησαν ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου, καθήκοντα Πρωτοσυγκέλλου εἰς τόν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμ. π. Ἀρτέμιον Ἀργυρόπουλον, ἐργαζόμενον ἐπί ἀρκετά ἔτη εἰς τά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἔπλεξε τό ἐγκώμιο τοῦ π. Συμεών, ὁ ὁποῖος μέ τήν σειρά του συγκινημένος εὐχαρίστησε τόν Σεβασμιώτατο γιά τήν συνεχιζομένη ἀμείωτη ἀγάπη καί τιμή, μέ τήν ὁποία τόν περιβάλλει.
Ὁ νέος Πρωτοσύγκελλος ἀνέλαβε τά καθήκοντά του ἀπό 23ης Δεκεμβρίου 2013.

Βιογραφικό Σημείωμα
Ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμ. Ἀρτέμιος (κατά κόσμον Ἀντώνιος) Ἀργυρόπουλος ἐγεννήθη ἐν Πάτραις τό 1977. Εἶναι ἀπόφοιτος τοῦ Τμήματος Οἰκονομικῆς καί Περιφερειακῆς Ἀνάπτυξης τοῦ Παντείου Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ὁμιλεῖ Ἀγγλικά καί Γερμανικά.
Ἐκάρη Μοναχός τήν 22αν Αὐγούστου 2001 εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Παναγίας Γηροκομητίσσης ὑπό τοῦ Καθηγουμένου αὐτῆς Ἀρχιμ. Συμεών Χατζῆ.
Ἐχειροτονήθη Διάκονος ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρ. Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου, τήν 23ηνΑὐγούστου 2001.
Πρεσβύτερος ἐχειροτονήθη ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου τήν 24ηνΣεπτεμβρίου 2006 καί ἔλαβε τό ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου.
Παράλληλα μέ τά καθήκοντά του εἰς τά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἔχει τοποθετηθῆ Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Πάντων Πατρῶν.

ΚΑΛΑΝΤΑ ΘΡΑΚΗΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ Κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Χ Ρ Υ Σ Ο Σ Τ Ο Μ Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΑΤΡΩΝ


Πρός
τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν



«Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε».
Ὁ ἱερός ὑμνογράφος μέ χαρά καί ἀγαλλίαση καλεῖ τούς ἀνθρώπους ὅπου γῆς, νά δοξολογήσουν τόν Θεό, γιατί ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν ἔγινε πραγματικότης. Τά δεσμά ἐλύθησαν καί ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται πλέον ἀπό τήν προγονική κατάρα, μέσα ἀπό τήν ἑκούσια κένωση, τό ἄδειασμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, «ἵνα τόν ἄνθρωπον Θεόν ἀπεργάσηται».

«Χριστός ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε».
Ἐλᾶτε οἱ ἄνθρωποι, ἑνωθῆτε μέ τίς οὐράνιες δυνάμεις, ὑποδεχθῆτε «τόν Ἄρτον τόν ἐξ οὐρανοῦ καταβάντα».
Δέν πρόκειται γιά ἕνα ἁπλό ἐπισκέπτη. Δέν ἔρχεται ἕνας ἰσχυρός ἡγέτης. Δέν κατεβαίνει ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό, γιά νά μᾶς φέρῃ κάποιο μήνυμα.
Ὁ ἴδιος ὁ Θεός σαρκώνεται, ἀφοῦ «οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε ἄλλη κτιστή δύναμις» ἠδύνατο νά ἀποκαταστήσῃ τήν ἀμαυρωθεῖσαν εἰκόνα καί νά ἀνακαινίσῃ τήν σύμπασαν κτίσιν.

«Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε».
Οἱ πεσμένοι καί ταλαιπωρημένοι ἄνθρωποι, οἱ ζῶντες μέσα στόν γνόφο τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ, ἦλθε ἡ ὥρα νά σηκώσετε τό κεφάλι. «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν. Ἰδού γάρ γέγονε τά πάντα καινά...». Οἱ ἀπελπισμένοι καί ἀπογοητευμένοι ἀπό τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, μή λυγίζετε. Εἶστε πλέον νικηταί, γιατί εἶναι μαζί μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

«Ἄσατε τῷ Κυρίῳ, πᾶσα ἡ γῆ».
Σκιρτήσατε, χορεύσατε οἱ γηγενεῖς. Εὐφρόσυνον χορό συστήσατε. Τήν λύπη διαδέχεται ἡ χαρά, τόν πόνο καί τά βάσανα διαδέχεται ἡ εὐλογία.

«Καί ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε Λαοί».
Ἑνωθῆτε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σήμερα, ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τῆς γῆς, νεανίσκοι καί παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων καί ἄσατε παναρμόνια ὠδή· «κενοῦται γάρ ἡ θεότης... ἀνακαινοῦται δέ τό ἀνθρώπινον, διά τῆς πρός τό θεῖον ἀνακράσεως, θεῖον γινόμενον» (Ἁγ. Γρηγόριος Νύσσης).
Αὐτό τό πανηγύρι, αὐτή ἡ μεγάλη γιορτή, αὐτή ἡ κένωση τοῦ Θεοῦ, δίδει σήμερα, μέσα στό ζοφερό παρόν πού διέρχεται ἡ ἀνθρωπότης, τό ἔναυσμα νά κατακλύσῃ τίς καρδιές μας ἡ αἰσιοδοξία, τό θάρρος, ἡ ἐλπίδα, ἡ χαρά.
Τά Χριστούγεννα εἶναι τό ξανάνιωμα τοῦ παλιωμένου κόσμου. Γιατί νά λυπούμεθα; Γιατί νά θλιβώμεθα καί νά ἀπογοητευώμεθα; Γιατί νά χάνωμε τόν ἐνθουσιασμό μας καί τήν αἰσιοδοξία μας; Τί κι ἄν ἔρχωνται δυσκολίες τῆς ζωῆς; Τί κι ἄν μᾶς ταλαιπωροῦν πρός καιρόν οἱ ἀνθρώπινες καταστάσεις, οἱ ὁποῖες «ὡς νεφίδιον» παρέρχονται;
Ἐμεῖς δέν ἔχομε τό πολίτευμά μας ἐνταῦθα. Ὁ σκοπός μας καί ὁ προορισμός μας εἶναι ἡ οὐράνια καί αἰώνια πατρίδα.
Ἐλᾶτε λοιπόν ἀδελφοί, μικροί καί μεγάλοι. Ἐλᾶτε νά χαροῦμε. Δεῖτε μέ θάρρος τήν ζωή. Ὁ Θεός εἶναι ἀνάμεσά μας.
Μή χάνετε τήν ἐλπίδα καί τήν εὐφροσύνη τῆς καρδιᾶς. Δέν εἴμαστε μόνοι μας πλέον ἐπάνω στήν γῆ. Δέν μπορεῖ καμμιά δύναμη νά μᾶς κάμψῃ τό φρόνημά, νά ἐμποδίσῃ τήν πορεία μας πρός τήν λύτρωση.
Ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος. Εἶναι μαζί μας. Εἶναι στό σπίτι μας, στήν καρδιά μας, ἐφ’ ὅσον Τοῦ ἀνοίξωμε τήν πόρτα.
Ναί, εἶναι ἴσως κάποιοι πού ἄργησαν, δέν θέλησαν μέχρι τώρα, ἤ δέν μπόρεσαν νά Τοῦ ἀνοίξουν, γιά νά Τόν φιλοξενήσουν. Ἄς τό κάνουν τώρα. Τούς βλέπομε καί χαιρόμεθα. Σπεύδουν νά Τόν προσκαλέσουν, γιά νά μείνῃ μαζί τους.
Ἴσως κάποιοι ἀκόμη ἐπιμένουν στήν ἄρνηση. Ἐκεῖνος ὅμως περιμένει καί ἐπιμένει, λέγοντάς μας: «Διά σέ τήν δόξαν ἐκένωσα, τόν Πατέρα εἴασα καί πρός σέ ἦλθον τόν μισοῦντα με καί ἀποστρεφόμενον. Φάγε με εἶπον, καί λέγω σοι, καί πίε με...». Θέλει ὅλους νά μᾶς ἀγκαλιάσῃ. Θέλει νά κάνῃ τήν καρδιά ὅλων μας τόπον δοχῆς, ὄχι μόνο φιλοξενίας προσκαίρου, ἀλλά μονίμου διαμονῆς, πρός εὐλογία, σωτηρία καί ἁγιασμό μας.

Χρόνια Πολλά καί Εὐλογημένα!

Καλή Πρωτοχρονιά!


Χριστούγεννα 2013

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΔΕΚΑ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Απολυτίκιον
Ήχος γ΄. " Την ωραιότητα.." 
Κρήτης τα εύοσμα άνθη τιμήσωμεν, τα διαπνέοντα, οσμήν την ένθεον, Θεόδουλον και Ζωτικόν, Γελάσιον, Σατορνίνον, Εύπορον, Ευάρεστον, Αγαθόποδα, Πόμπιον, Ευνικιανόν ομού, Βασιλειάδην τε ένδοξον, βοώντες προς αυτούς ομοφρόνως· χαίρε Δεκάς η των μαρτύρων.





Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η 
Την Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου, εορτή των Αγίων Δέκα μαρτύρων, θα τελεσθή Θεία Λειτουργία, στον Νέο Ιερό Ναό.
Κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, θα τεθούν εις προσκύνηση τεμάχια λειψάνων των Αγίων.
Έναρξης Όρθρου, ώρα 7:30
Απόλυσις Θ. Λειτουργίας: ώρα 9:30

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2013

Απολυτίκιο Αγίου Ιερομάρτυρος Ελευθερίου

Βίος Αγίου ιερομάρτυρος Ελευθερίου και της μητέρας του Ανθίας

Στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους
O Άγιος Ελευθέριος έζησε το 150 περίπου μ.Χ. και γεννήθηκε στην Χριστιανομάχο Ρώμη. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και από τους ευγενείς της Ρώμης. Κατείχαν σπουδαία
θέση στην Ρωμαϊκή κοινωνία. Το σπουδαιότερο όμως ήταν, ότι ήταν πιστοί κι’ ευσεβείς Χριστιανοί. Βαδίζανε στη ζωή τους με το δρόμο του Θεού και εφαρμόζανε τις εντολές Του,
παρ’ όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν την εποχή εκείνη, για να ζεί κανείς χριστιανικά.
Η Μητέρα του, Άνθια ονομαζομένη, είχε διδαχθεί την πίστη του Χρίστου, από τους μαθητές του Αποστόλου Παύλου.
Η πιστή αυτή γυναίκα, όταν γέννησε το παιδί της, το ονόμασε Ελευθέριον. Σ’ αυτό έρριξε όλο το βάρος της φροντίδας της. τον ανέθρεψε «ν παδεία καί νουθεσία Κυρίου»,
όπως δίδαξε ο Απόστολος Παύλος. Τον διαπαιδαγώγησε στην ευσέβεια και στην αρετή.

Ο πατέρας του ήτανε πλούσιος και κατείχε και σπουδαίο αξίωμα στη Ρώμη. Ήταν «ύπατος». Είχε δηλαδή αξίωμα .μεγάλο και ξακουστό για την εποχή εκείνη. Αυτός όμως έζησε 
πολύ λίγο, μετά την γέννηση του Ελευθερίου. Η μητέρα του τον έδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Ρώμης, τον Ανίκητο, για να μορφωθεί κοντά του, να μάθει καλά τα της Πίστεως μας
και να γίνει ένας καλός Χριστιανός και αφοσιωμένος εργάτης του Ευαγγελίου.
Ο Επίσκοπος τον κατέταξε στο τάγμα των Κληρικών νωρίς και τον έκανε αναγνώστη. Τόση μάλιστα ήταν η αγιότης του, ώστε αξιώθηκε να κάνει θαύματα από αυτήν ακόμη την
νεαρή του ηλικία.

Επίσκοπος Αυλώνος
Το ήθος, ο χαρακτήρας, η ευταξία, η κοσμιότης και οι άλλες αρετές, που είχε ο Άγιος, ανάγκασαν τον Επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο να τον χειροτονήσει διάκονο, σε ηλικία μόλις
δεκαεπτά ετών.
Λίγο αργότερα τον χειροτόνησε δε Επίσκοπο Αυλώνος του Ιλλυρικού, της σημερινής δηλ. Αλβανίας.
Η δράση του νεαρού Επισκόπου στην Ιλλυρία (Αλβανία) ήταν μεγάλη. Εργάζονταν ακούραστα, και ασταμάτητα, διά την διάδοση του Ευαγγελίου και τον άγιασμα των πιστών.
Αγωνιζόταν να πάρει τους ανθρώπους από το στόμα του Σατανά και να τους βάλει στον Παράδεισο.
Την εποχή εκείνη ο Αυτοκράτορας της Ρώμης κίνησε τρομερό διωγμό κατά των Χριστιανών. Ιδιαιτέρως όμως, είχε στραφεί εναντίον του νεαρού Επισκόπου του Ιλλυρικού,
Ελευθερίου, διότι έμαθε την μεγάλη δράση του.
Μετανοεί και μαρτυρεί ο διώκτης του Φήλιξ
Κάποια ημέρα έστειλε ο Αυτοκράτορας τον στρατηλάτη Φήλικα, δια να τον συλλάβει. Ο στρατηλάτης περικύκλωσε με στρατό την Εκκλησία, όπου ήταν ο Άγιος και κήρυττε.
Αυτός μπήκε μέσα σ’ αυτήν.
Οι διαθέσεις του ήταν άγριες. Βλέποντας όμως το ιλαρό και νεανικό πρόσωπο του Επισκόπου Ελευθερίου και ακούγοντας τα μελιστάλακτα λόγια του, γοητεύθηκε τόσο πολύ,
που εγκατέλειψε τα πάντα και πίστεψε στο Χριστό.
Έπεσε μόνον στα πόδια του Αγίου. Δήλωσε μετάνοια και πίστη στο Χριστό. Παρεκάλεσε επίμονα τον Άγιο να τον βαπτίσει και να τον κάνει Χριστιανό.
Ο Άγιος, πράγματι, τον κατήχησε και τον δίδαξε τα της Πίστεως μας. Κατόπιν τον συμβούλεψε να πάνε μαζί στη Ρώμη. Δεν ήθελε ο Άγιος να χάσει το στέφανο του μαρτυρίου.
Στο δρόμο δεν έπαυσε να τον διδάσκει. Κάπου βρήκανε μια βρύση με πολύ νερό. Ο στρατηλάτης ζήτησε να βαπτισθεί.
Πράγματι! Ο Άγιος που είδε τον πολύ πόθο του, τον βάπτισε. Χαρούμενοι τώρα και οι δυο προχωρούσαν για τη Ρώμη, ο Φήλιξ, διότι αξιώθηκε να αναγεννηθεί, αλλά και ο
Ελευθέριος, διότι πήγαινε να πάρει το στέφανο του Μαρτυρίου. 

  
Το φρικτό μαρτύριο του Αγίου
Ο τύραννος με γλυκά λόγια του υπόσχεται δώρα πολλά και πλούσια.
-Θα σε ανεβάσω, του είπε, σε μεγάλα αξιώματα και θα σε κάνω μεγάλο και σπουδαίο, αρκεί μόνο να θυσιάσεις στους θεούς μας.
-Εγώ, του απάντησε ο Άγιος, ποτέ δεν θα καταδεχθώ να προσκυνήσω τέτοιους αναίσθητους και άψυχους θεούς. Εγώ, δύστυχε, σας λυπάμαι, και σας κλαίω, διότι εσείς,
ενώ έχετε λάβει από τον Θεό το λογικό, γίνατε ανόητοι, και προσκυνάτε, αντί του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος, τα αναίσθητα ξύλα και λιθάρια και τους δαίμονες,
που κρύβονται πίσω από τα είδωλα αυτά. Εγώ, σου το δηλώνω καθαρά, λατρεύω τον αληθινό Θεό και προσκυνώ τον Ιησού Χριστό.

Μάθε δε, ότι τις τιμές και τις δωρεές, που μου υπόσχεσαι δεν τις θέλω. Εγώ έχω αρνηθεί τα πάντα, για τον Χριστό. Ούτε και τα βάσανα και τα φρικτά μαρτύρια λογαριάζω.
Τον θάνατο διά τον Χριστό μου τον θεωρώ τρυφή και αγαλλίαση. Παίδεψέ με, λοιπόν, όσο θέλεις. Δεν θα σε υπακούσω.

Τότε ο αυτοκράτορας διάταξε να τον ρίξουν στο πυρακτωμένο κρεβάτι αλλά ο Θεός τον προστάτεψε και βγήκες βλαβής. Μετά έδωσε εντολή να τον ψήσουν σε σχάρα,
αλλά ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του και τον διέσωσε. Τότε με μανία διέταξε να βάλουν λίπος, κερί και πίσσα σ' ένα καζάνι να τα βράσουν και να βάλουν τον μάρτυρα.
Κάνει τον Σταυρό του και λέγει:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι.
Πέφτει πρόθυμα στην πίσσα και πάλι ο Θεός τον φύλαξε και βγήκε σώος και αβλαβής. Ο Λαός βλέπει και αυτό το θαύμα και ενθουσιάζεται. Ξεσπά σε αλαλαγμούς.
Ξεσπούν σε ουρανομήκης ζητωκραυγές. Πολλοί πιστεύουν και διακηρύττουν θαρραλέα:
-Είμεθα και μείς Χριστιανοί. Πιστεύουμε στο Χριστό, το Θεό του Ελευθερίου.

 Ο Έπαρχος Κορέμων
Παρουσιάζεται ο Έπαρχος της πόλεως, ονομαζόμενος Κορέμων. Προσφέρθηκε, λοιπόν,«ευγενώς» να του υποδείξει βέβαιον τρόπον μαρτυρικού θανάτου του Ελευθερίου.
Διέταξε και φέρανε εκεί μπροστά ένα χάλκινο κλίβανο. Από μέσα ο κλίβανος είχε κολλημένα μυτερά καρφιά. Ανάψανε από κάτω πολλή φωτιά, για να πυρακτωθεί και να ρίξουν
εκεί μέσα τον Άγιο. Ο Άγιος Ελευθέριος προσευχόταν στον Κύριο να φωτίσει τους διώκτες του και να σώσει τις ψυχές των.

Μετανοεί ο διώκτης Κορέμων
Ο Χριστός άκουσε την προσευχή του Μάρτυρος και αμέσως φώτισε τον Κορέμονα. Άλλαξε αυτοστιγμεί και σαν να μη ήταν αυτός που ετοίμαζε τον κλίβανο να κάψει τον Μάρτυρα.
Όταν τα άκουσε αυτά ο τύραννος, θύμωσε και αγρίεψε. Διατάσσει, λοιπόν, να ρίξουν τον Κορέμονα μέσα στον ετοιμασμένο και πυρακτωμένο κλίβανο, που τον είχε ο ίδιος
ετοιμάσει.
Τότε ο Θεός τον προστάτεψε και έμεινε αβλαβής. Ο Αυτοκράτωρ διέταξε και αποκεφαλίσουν τον Μάρτυρα Κορέμονα. Εκκλησία μας τον εορτάζει την ίδια μέρα με τον Άγιο
Ελευθέριο στης 15 Δεκεμβρίου.

Ο Άγιος Ελευθέριος στον πυρακτωμένο κλίβανο
Κατόπιν αυτού διέταξε ο τύραννος και πετάξανε μέσα στον αναμμένο κλίβανο τον Άγιο Ελευθέριο. Αλλά νέο θαύμα καταπληκτικότερο έγινε τώρα. Η φωτιά έσβησε αμέσως
και τα μυτερά σίδερα λύγισαν προς τα πίσω, λες και ήτανε από κερί. Σεβάστηκαν τον Μάρτυρα. Δεν τον πλήγωσαν καθόλου.
Τότε πολλοί, που βλέπανε τα πρωτοφανή αυτά θαύματα, χωρίς να υπολογίζουν τον τύραννο, φώναζαν δυνατά:
-Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών!

Πίσω από το άρμα
Σκέφθηκε και βρήκε άλλον τρόπο εξοντώσεως του Αγίου. Τότε διέταξε να δέσουν σε ένα αμάξι άγρια άλογα και πίσω τους να δέσουν τον Άγιο Ελευθέριο, όπερ και εγένετο.
Και όμως ούτε μ’ αυτό κατόρθωσε ο αιμοδιψής εκείνος Αυτοκράτορας να κάνει τίποτε στον Άγιο. Διότι ο Θεός επενέβει και τον προστάτεψε και εδώ θαυματουργικός. Άγγελος
Κυρίου ήλθε και ημέρεψε τα άγρια άλογα. Έλυσε κατόπιν από τα δεσμά τον Μάρτυρα και τον έβαλε να καθίσει επάνω στο αμάξι, τα δε ήμερα πια άλογα τον πήγαν ήσυχα στο
κοντινό βουνό.
Εκεί στο βουνό έγινε και άλλο θαύμα καταπληκτικό. Καθώς ο Ιεράρχης διάβαζε την Ακολουθία και δοξολογούσε τον Κύριο, μαζεύονταν ημερωμένα οι αρκούδες, τα λιοντάρια
και άλλα άγρια θηρία του δάσους. Περικυκλώνανε τον Άγιο, σκιρτούσαν από τη χαρά τους και σκύβανε τα κεφάλια τους στη γη από σεβασμό. Σε λίγο καιρό πήγανε στρατιώτες
να τον συλλάβουν.
Τα θηρία όμως, μόλις είδαν τους στρατιώτες ορμήσανε με μανία κατ’ επάνω τους να τους κατασπαράξουν με τα δόντια και τα νύχια τους. Ο Άγιος όμως τα διέταξε να μη
πειράξουν κανένα, αλλά να πάνε στις φωλιές τους. Πράγματι εκείνα υπάκουσαν σαν να ήταν σκυλάκια ήμερα και φύγανε. Τότε γύρισε στους στρατιώτες και τους είπε:
-Γιατί ήλθατε εδώ με όπλα και ξίφη να με κυνηγήσετε σαν να ήμουνα κανένας φονιάς ή ληστής; Δεν υπήρχε λόγος. Εμπρός να πάμε, όπου θέλετε.
Κατόπιν τους ακολούθησε πρόθυμα. Σ’ όλο δε το δρόμο τους δίδασκε να πάρουν παράδειγμα από τα άγρια θηρία, που είδανε και να πιστέψουν στο Δημιουργό τού παντός,
για να μη κολασθούν αλλά να ζήσουν κοντά στο Θεό ζωή αιώνια και ευτυχισμένη. από εκείνη την διδασκαλία του, πολλοί από αυτούς πιστέψανε εις τον Χριστό.


Τον ρίχνουν στα λιοντάρια
Όταν φθάσανε στη Ρώμη έδωσε διαταγή και απολύσανε, κατά τού Αγίου μια πολύ άγρια και πεινασμένη λέαινα. Μόλις πλησίασε, σταμάτησε. Έσκυψε το κεφάλι και έγλυψε
τα αχνάρια από τα πόδια του Αγίου. Έκαμε μάλιστα και μερικά σημεία, που έδειχναν, ότι σεβότανε τον Μάρτυρα.
Τότε λέει ο αυτοκράτορας:
-Δεν τον έφαγε, έλεγε, διότι ήτανε λέαινα και δεν είχε τόση δύναμη. Αν ήτανε λιοντάρι θα τον έτρωγε. Απολύσατε τώρα λιοντάρι αρσενικό και δεν θα αφήσει τίποτε από αυτόν.
Διέταξε, λοιπόν, και εξαπολύσανε ένα λιοντάρι.
Αλλά και αυτό φάνηκε ημερότερα στον Άγιο, από την λέαινα. Αγκάλιασε και φιλούσε τα πόδια του Μάρτυρος. Χαιρότανε, έσειε την ουρά του, χοροπηδούσε και του έδειχνε και
αυτός αγάπη προς αυτόν.
Το πλήθος, που τα παρακολουθούσε, είχε ενθουσιασθεί από αυτά τα θαυμάσια, που έβλεπε και φώναζε δυνατά:
-Μέγας είναι ο θεός των Χριστιανών...
Αποκεφαλίζεται
Βλέποντας ο τύραννος, ότι ο Ιεράρχης υπερπηδούσε όλα τα βασανιστήρια, απελπίστηκε τελείως. Τότε καταντροπιασμένος πια έδωσε διαταγή και του έκοψαν το κεφάλι δύο
στρατιώτες με το ξίφος τους.
Σε όλα αυτά τα φρικτά μαρτύρια ο Άγιος Ελευθέριος ριχνότανε πρόθυμα. Είχε λάβει την ηρωική απόφαση να θυσιαστεί για την Πίστη του Χριστού. Ο Θεός, όμως τον διαφύλαττε
από όλα αυτά, διότι ήθελε να δουν τα πλήθη την προστασία, την δύναμη και την παρουσία του Θεού, και έτσι να πιστέψουν. Καθώς και επίστεψαν πολλοί εις τον Χριστό.
Η μητέρα όμως του Αγίου Ελευθερίου, η Άνθια, παρακολουθούσε τα μαρτύρια του γιου της μέχρι τέλους, με πόνο και χαρά. Πονούσε, διότι ήταν σπλάχνο της. Χαιρόταν, όμως,
διότι με αυτά εξασφάλιζε τον Παράδεισο. Μόλις, λοιπόν, τον αποκεφάλισαν, αγκάλιασε το Άγιο Λείψανο και το καταφιλούσε. Οι άγριοι όμως στρατιώτες της έκοψαν και αυτής το
κεφάλι. Τοιουτοτρόπως, πήρε και αυτή τον στέφανο του μαρτυρίου.
Τότε στη Ρώμη βρέθηκαν και πολλοί πιστοί από την Αυλώνα, από την έδρα της Επισκοπής τού Μάρτυρος Ελευθερίου. Είχαν έλθει να παρακολουθήσουν τον Επίσκοπο τους.
Αυτοί, λοιπόν, πήραν τα δύο Άγια Λείψανα, τα άλειψαν με μύρα και τα τίμησαν όπως έπρεπε. Κατόπιν τα ενταφίασαν με ευλάβεια.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Αγίου Ελευθερίου την 15ην Δεκεμβρίου μαζί με την μνήμην της μητέρας του Ανθίας, η οποία μαρτύρησε κι αυτή. την 15ην Δεκεμβρίου
εορτάζεται και ο Άγιος Κορέμων, όπως είπαμε.




Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ

Φώτης Κόντογλου - Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων. 
Προστάτης τῶν Φτωχῶν, Πατέρας τῶν Ὀρφανῶν, Δάσκαλος τῶν Ἁμαρτωλῶν

(ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)

Ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον τιμημένους ἁγίους της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ποὺ τὸν ἐπικαλοῦνται οἱ χριστιανοὶ στὶς περιστάσεις ὅπως τὸν ἅγιο Νικόλαο, τὸν ἅγιο Γεώργιο καὶ τὸν ἅγιο Δημήτριο. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔχει ἡ Κέρκυρα, ὅπως ἡ Ζάκυνθος ἔχει τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Διονυσίου κ᾿ ἡ Κεφαλληνία τὸν ἅγιο Γεράσιμο.
Γεννήθηκε στὸν καιρὸ τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου στὸ νησὶ τῆς Κύπρου, ἀπὸ γονιοὺς φτωχούς. Γι᾿ αὐτὸ στὰ μικρὰ χρόνια του ἤτανε τσομπάνης καὶ φύλαγε πρόβατα. Ἤτανε πολὺ ἁπλὸς στὴ γνώμη σὰν τοὺς ψαράδες ποὺ διάλεξε ὁ Χριστὸς νὰ τοὺς κάνει μαθητές του. Σὰν ἦρθε σὲ ἡλικία, παντρεύθηκε, καὶ μετὰ χρόνια χήρεψε, καὶ τόση ἤτανε ἡ ἀρετή του, ποὺ τὸν κάνανε ἐπίσκοπο σὲ μία πολιτεία λεγόμενη Τριμυθοῦντα, μ᾿ ὅλο ποὺ ἤτανε ὁλότελα ἀγράμματος. Παίρνοντας αὐτὸ τὸ πνευματικὸ ἀξίωμα ἔγινε ἀκόμα ἁπλούστερος καὶ ταπεινός, καὶ ποίμανε τὰ λογικὰ πρόβατα ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστὸς μὲ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ μὲ αὐστηρότητα ὡσὰν ὑπεύθυνος ὅπου ἤτανε γιὰ τὴ σωτηρία τους. Ἤτανε προστάτης τῶν φτωχῶν, πατέρας τῶν ὀρφανῶν, δάσκαλος τῶν ἁμαρτωλῶν. Καὶ εἶχε τέτοια καθαρότητα καὶ ἁγιότητα, ποὺ τοῦ δόθηκε ἡ χάρη ἄνωθεν νὰ κάνει πολλὰ θαύματα, γιὰ τοῦτο ὀνομάσθηκε θαυματουργός. Μὲ τὴν προσευχή του μάζευε τὰ σύννεφα κ᾿ ἔβρεχε σὲ καιρὸ ξηρασίας, γιάτρευε τὶς ἀρρώστιες, τιμωροῦσε τοὺς πονηροὺς ἀνθρώπους, ὅπως ἔκανε μὲ κάποιους μαυραγορίτες ποὺ γκρέμνισε τὶς ἀποθῆκες ποὺ φυλάγανε τὸ σιτάρι, ἐνῶ ὁ κόσμος πέθαινε ἀπὸ τὴν πείνα, καὶ καταπλακωθήκανε μαζὶ μὲ τὸ σιτάρι: «καὶ μελετώμενον λιμὸν παρὰ τῶν σιτοκαπήλων, ἔλυσε, συμπεσουσῶν αὐτοίς, τῶν ἀποθηκῶν αἷς τὸν σίτον συνέσχον». Καὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ ἐζοῦσε μὲ τόση φτώχεια, ποὺ σὰν πῆγε κάποτε ἕνας φτωχὸς νὰ τὸν βοηθήσει γιὰ νὰ πληρώσει κάποιο χρέος του, δὲν εἶχε νὰ τοῦ δώσει τίποτα, καὶ μὲ θαῦμα ἔκανε μαλαματένιο ἕνα φίδι ποὺ βρέθηκε σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος, καὶ τὸ ἔδωσε στὸν φτωχό, κ᾿ ἐκεῖνος τὸ ἕλιωσε καὶ πλήρωσε τὸ χρέος του. Ἄλλη φορὰ πάλι ἔγινε κατακλυσμός, καὶ τὰ ποτάμια ξεχειλίσανε καὶ πλημμύρισε ἡ χώρα, κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας προσευχήθηκε καὶ τραβήξανε τὰ νερὰ καὶ στέγνωσε ὁ νεροπατημένος τόπος. Γιάτρεψε καὶ τὸν βασιλέα Κωνσταντῖνον ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει ἀπὸ κάποια ἀγιάτρευτη ἀρρώστια, ἕνα διάκο ποὺ βουβάθηκε τὸν ἔκανε καλά, κακοὺς καὶ πλεονέκτες ἀνθρώπους ἐτιμώρησε μὲ ὑπερφυσικὴ δύναμη, καὶ πλῆθος ἄλλα θαύματα ἔκανε, ὥστε νὰ τὸν φοβοῦνται οἱ ἄδικοι κ᾿ οἱ ἀδικημένοι νὰ τὸν ἔχουνε γιὰ προστάτη καὶ καταφύγιο. Ἀλλὰ πάντα εἶχε μεγάλη ἀγάπη καὶ συμπάθεια στοὺς ἁμαρτωλούς, γι᾿ αὐτὸ κάποιοι κλέφτες ποὺ πήγανε μία νύχτα νὰ κλέψουνε πρόβατα ἀπὸ τὴ μάνδρα του, ποὺ τὴ συντηροῦσε γιὰ νὰ βοηθᾶ τοὺς πεινασμένους, τυφλωθήκανε καὶ δὲν μπορούσανε νὰ φύγουνε, καὶ πιάσανε καὶ φωνάζανε νὰ τοὺς ἐλεήσει. Κι᾿ ὁ ἅγιος ὄχι μοναχὰ τοὺς ξανάδωσε τὸ φῶς τους, ἀλλὰ τοὺς χάρισε κ᾿ ἕνα κριάρι, γιατί, ὅπως τοὺς εἶπε, εἴχανε κακοπαθήσει ὅλη τὴ νύχτα, κι᾿ ἀφοῦ τοὺς νουθέτησε νἆναι καλοὶ ἄνθρωποι, τοὺς ἔστειλε στὰ σπίτια τοὺς χωρὶς νὰ μάθει τίποτα ἡ ἐξουσία γιὰ τὴν κλεψιὰ ποὺ θέλανε νὰ κάνουνε. Προέλεγε δὲ καὶ ὅσα ἤτανε νὰ γίνουνε μὲ ἀκρίβεια, ὥστε νὰ τὸν θαυμάζει ὁ κόσμος σὰν ἕνα ὑπεράνθρωπο πρόσωπο, ἀφοῦ ἀπὸ τσομπάνης ἀξιώθηκε νὰ ἀνεβεῖ σὲ τέτοιο ὕψος. Καὶ στὴν Πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, ἤτανε κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας ἀνάμεσα στοὺς τριακοσίους δέκα ὀκτὼ θεοφόρους πατέρας καί, παρ᾿ ὅλο ποὺ δὲν γνώριζε γράμματα, ἀποστόμωσε τὸν αἱρεσιάρχην Ἄρειο ποὺ ἤτανε ὁ πιὸ σπουδασμένος στὰ γράμματα ἀπὸ ὅλους τοὺς δεσποτάδες.
Ὅλον τὸν καιρὸ ποὺ ἔζησε δὲν ἔπαψε νὰ κάνει θαύματα. Τὸ μεγαλύτερο ἤτανε ἡ ἀνάσταση τῆς πεθαμένης κόρης του ποὺ σηκώθηκε ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ μαρτύρησε σὲ ποιὸ μέρος εἶχε φυλάξει τὰ χρήματα ποὺ τῆς ἐμπιστεύθηκε κάποια γυναίκα, καὶ πάλι ξανακοιμήθηκε. Κάποτε πῆγε στὸν ἅγιο μία γυναίκα ποὺ εἶχε ἕνα παιδάκι καὶ τῆς πέθανε, καὶ τὸν παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα πολλὰ νὰ τὸ ἀναστήσει, τόσο συνηθισμένοι ἤτανε οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τὸν γνωρίζανε, στὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ ἅγιος. Καὶ ἐκεῖνος τὸ ἀνάστησε μὲ τὴν προσευχή του. Μὰ ἡ μητέρα του σὰν τὸ εἶδε ζωντανό, ἀπὸ τὴν πολλὴ χαρὰ τῆς πέθανε ἡ ἴδια. Κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας ἀνέστησε καὶ τὴ γυναίκα.
Αὐτὰ τὰ μεγάλα θαύματα ξακουσθήκανε στὸν κόσμο, κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας, ζωντας ἀκόμα, τιμήθηκε σὰν ἅγιος καὶ θαυματουργός. Καὶ ἕως τώρα κάνει πολλὰ θαύματα τὸ σκήνωμά του ποὺ εἶναι ὁ θησαυρὸς τῶν Κερκυραίων.
Ὅταν ἐλειτουργοῦσε, παραστεκότανε Ἄγγελοι ποὺ τοὺς βλέπανε μὲ τὰ μάτια τοὺς πολλοὶ ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς χριστιανούς, καὶ ποὺ ἔλεγε τὸ «Εἰρήνη πᾶσι», οἱ Ἄγγελοι ἀντιφωνούσανε «Καὶ τῷ πνεύματί σου» ἀντὶ τῶν ψαλτάδων, καὶ τὸν περιέλουζε κάποια ὑπερφυσικὴ φωτοχυσία.
Μὲ τέτοια ἀγγελικὴ πολιτεία ἀφοῦ ἔζησε κ᾿ ἔφθασε σὲ βαθὺ γῆρας ποιμαίνοντας τὰ λογικὰ πρόβατα, μετέστη πρὸς Κύριον. Τὸ δὲ ἅγιο λείψανό του ἔμεινε κάμποσον καιρὸ στὴν Τριμυθοῦντα κι᾿ ἀπὸ κεῖ τὸ πήγανε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὸ ἐβάλανε στὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ὅπου φυλαγότανε τὰ ἅγια λείψανα πολλῶν ἁγίων. Κατὰ τὴ βασιλεία τῶν Τούρκων εὑρέθη εἰς τὰ χέρια ἑνὸς εὐλαβοῦς χριστιανοῦ ποὺ τὸν λέγανε Βούλγαρη, κι᾿ αὐτὸς μὲ μεγάλα βάσανα καὶ κόπους τὸ ἔφερε ἕως τὴν Ἀλβανία κρυμμένο μέσα σὲ τσουβάλια, κι᾿ ἀπὸ κεῖ τὸ πέρασε μ᾿ ἕνα καΐκι στὴν Κέρκυρα ποὺ τὴν κρατούσανε οἱ Βενετσιάνοι, κι᾿ ἀπὸ τότε βρίσκεται σ᾿ αὐτὸ τὸ νησί, ἀπείραχτο ἀπὸ τὸν καιρό, μὲ ὅλο ὅπου περάσανε 1600 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του. Στὸ κουβούκλιο στέκεται ὄρθιος ὁ ἅγιος, μὲ χέρια σταυρωμένα, ντυμένος μὲ τὰ ἄμφιά του καὶ τὸν βγάζουνε σὲ λιτανεία δυὸ φορὲς τὸ χρόνο. Οἱ Κερκυραῖοι ἔχουνε τὸ ἱερὸ σκήνωμα σὲ μεγάλη εὐλάβεια καὶ τὸ θεωροῦνε θησαυρὸ τοῦ νησιοῦ τους. Τὸν καιρὸ ποὺ δούλεψα στὸ Μουσεῖο τῆς Κέρκυρας γνώρισα τὸν πάπα-Βούλγαρη, ποὺ ἤτανε ἐφημέριος του ναοῦ, κατὰ κληρονομικὸ δικαίωμα, ἄνθρωπος ποὺ ἀγαποῦσε τὴν τέχνη καὶ τὰ γράμματα. Τὸ ἅγιο λείψανο θαυματουργεῖ πάντα ἕως σήμερα σὲ ὅποιους ἐπικαλεσθοῦνε μὲ πίστη τὸν ἅγιο.
Στὴν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας παριστάνεται γηραλέος μὲ γυριστὴ μύτη καὶ μὲ διχαλωτὸ κοντὸ ἄσπρο γένι, «γέρων διχαλογένης φορῶν σκοῦφον». Ὁ σκοῦφος του εἶναι παράξενος, σὰν κινέζικος, μυτερὸς στὴν κορυφή. Δὲν ζωγραφίζεται ποτὲ ξεσκούφωτος. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς εἰκόνες ἀπάνω σὲ σανίδι εἴτε σὲ τοῖχο σὲ ἄλλο μέρος τῆς ἐκκλησίας, ζωγραφίζεται συχνὰ στὸ ἅγιο Βῆμα μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μεγάλους ἱεράρχας Βασίλειο, Χρυσόστομο καὶ Γρηγόριο κάτω ἀπὸ τὴν Πλατυτέρα. Στὸ χαρτὶ ποὺ βαστᾶ εἶναι γραμμένο: «Ἔτι προσφέρομέν Σοι τὴν λογικὴν ταύτην καὶ ἀναίμακτον θυσίαν».
Ἡ ὑμνολογία μας τὸν στόλισε μὲ τὰ ἀμάραντα ἄνθη της, ποὺ πολὺ λίγοι ἀπὸ μᾶς τὰ μελετήσανε γιὰ νὰ δοῦνε πὼς ἀληθινὰ εἶναι ἀμάραντα.
«Χαίροις ἀρχιερέων κανών, τῆς Ἐκκλησίας ἀδιάσειστον ἔρεισμα· τὸ κλέος τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ τῶν θαυμάτων πηγή, τῆς ἀγάπης ρεῖθρον μὴ κενούμενον...». «Πράος καὶ κληρονόμος τῆς γῆς, Σύ, τῶν πραέων ἀληθῶς ἀναδέδειξαι, Σπυρίδων, πατέρων δόξα, ὁ ταῖς νευραὶς τῶν σοφῶν καὶ ἁπλῶν σου λόγων, θείᾳ χάριτι, ἐχθρὸν τὸν παμπόνηρον καὶ παράφρονα Ἄρειον ἐναποπνίξας, καὶ τὸ δόγμα τὸ ἔνθεον καὶ σωτήριον ἀνυψώσας ἐν Πνεύματι...». «Ἐκ ποιμνίων ὥσπερ τὸν Δαυΐδ, σὲ ἀναλαβόμενος ὁ Πλαστουργός, λογικῆς ποίμνης ἔθετο ποιμένα πανάριστον, τὴ ἁπλότητι καὶ πραότητι λάμποντα καὶ τὴ ἀκακία, ὅσιε, Ποιμὴν καλλωπιζόμενον». «Μωυσέως τὸ ἄπλαστον, Δαυῒδ τὸ πρᾶον, Ἰὼβ τοῦ Αὐσίτιδος τὸ ἄμεμπτον κτησάμενος, τοῦ Πνεύματος γέγονας κατοικητήριον, μέλπων, Ἱερώτατε: Ὁ ὧν εὐλογημένος καὶ ὑπερένδοξος». «Σὲ ἐξ ἀλόγου ποίμνης μετήγαγεν εἰς λογικὴν τὸ Πνεῦμα, πνευματοφόρε, ὡς τὸν Μωσέα καὶ Δαυῒδ ὧν ἐμιμήσω τὸ πράον, Σπυρίδων, φῶς οἰκουμένης». Τὸ ἀπολυτίκιον λέει: «Τῆς Συνόδου τῆς πρώτης ἀνεδείχθης ὑπέρμαχος, καὶ θαυματουργὸς θεοφόρε, Σπυρίδων, πατὴρ ἡμῶν. Διὸ νεκρὰ Σὺ ἐν τάφῳ προσφωνεῖς, καὶ ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες· καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας Σου εὐχάς, Ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς Σοι, Ἱερώτατε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι· δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι· δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ Σοῦ πᾶσιν ἰάματα».

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ